βιβλιοχαρτοπωλείο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | βιβλιοχαρτοπωλείο | τα | βιβλιοχαρτοπωλεία |
| γενική | του | βιβλιοχαρτοπωλείου | των | βιβλιοχαρτοπωλείων |
| αιτιατική | το | βιβλιοχαρτοπωλείο | τα | βιβλιοχαρτοπωλεία |
| κλητική | βιβλιοχαρτοπωλείο | βιβλιοχαρτοπωλεία | ||
| Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /vi.vli.o.xaɾ.to.poˈli.o/
Συγγενικά
Μεταφράσεις
βιβλιοχαρτοπωλείο
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.