βερμουτάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βερμουτάκι τα βερμουτάκια
      γενική
    αιτιατική το βερμουτάκι τα βερμουτάκια
     κλητική βερμουτάκι βερμουτάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

βερμουτάκι < βερμούτ + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

βερμουτάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε βερμούτ

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.