αυθεντική ερμηνεία

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αυθεντική ερμηνεία <  δείτε τις λέξεις αυθεντική και ερμηνεία

Πολυλεκτικός όρος

αυθεντική ερμηνεία θηλυκό

  • (νομικός όρος): η ερμηνεία νόμου που γίνεται με νεότερο σαφέστερο νόμο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.