αντιρασιοναλιστικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αντιρασιοναλιστικός | η | αντιρασιοναλιστική | το | αντιρασιοναλιστικό |
| γενική | του | αντιρασιοναλιστικού | της | αντιρασιοναλιστικής | του | αντιρασιοναλιστικού |
| αιτιατική | τον | αντιρασιοναλιστικό | την | αντιρασιοναλιστική | το | αντιρασιοναλιστικό |
| κλητική | αντιρασιοναλιστικέ | αντιρασιοναλιστική | αντιρασιοναλιστικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αντιρασιοναλιστικοί | οι | αντιρασιοναλιστικές | τα | αντιρασιοναλιστικά |
| γενική | των | αντιρασιοναλιστικών | των | αντιρασιοναλιστικών | των | αντιρασιοναλιστικών |
| αιτιατική | τους | αντιρασιοναλιστικούς | τις | αντιρασιοναλιστικές | τα | αντιρασιοναλιστικά |
| κλητική | αντιρασιοναλιστικοί | αντιρασιοναλιστικές | αντιρασιοναλιστικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- αντιρασιοναλιστικός < μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική antirationalistic. Αναλύεται σε αντι- + ρασιοναλιστικός
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη ρασιοναλισμός
Μεταφράσεις
αντιρασιοναλιστικός
|
Αναφορές
- αντιρασιοναλιστικός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.