ανισόπεδος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ανισόπεδος | η | ανισόπεδη | το | ανισόπεδο |
| γενική | του | ανισόπεδου | της | ανισόπεδης | του | ανισόπεδου |
| αιτιατική | τον | ανισόπεδο | την | ανισόπεδη | το | ανισόπεδο |
| κλητική | ανισόπεδε | ανισόπεδη | ανισόπεδο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ανισόπεδοι | οι | ανισόπεδες | τα | ανισόπεδα |
| γενική | των | ανισόπεδων | των | ανισόπεδων | των | ανισόπεδων |
| αιτιατική | τους | ανισόπεδους | τις | ανισόπεδες | τα | ανισόπεδα |
| κλητική | ανισόπεδοι | ανισόπεδες | ανισόπεδα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
ανισόπεδος
- που βρίσκεται σε διαφορετικό επίπεδο από κάτι άλλο
- ανισόπεδη διάβαση
- που αποτελείται από τμήματα τα οποία είναι τοποθετημένα σε διαφορετικά επίπεδα
- ανισόπεδος κόμβος
Αντώνυμα
Μεταφράσεις
ανισόπεδος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.