ανεράιδα
| Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. Παρατηρήσεις: Χρειάζεται έλεγχος κλιτικών τύπων ιδιωματικού. Υποθέτουμε, χωρίς γενική πληθυντικού. ‑‑Sarri.greek ♫ | 22:27, 21 Σεπτεμβρίου 2022 (UTC) |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ανεράιδα | οι | ανεράιδες |
| γενική | της | ανεράιδας | — | |
| αιτιατική | την | ανεράιδα | τις | ανεράιδες |
| κλητική | ανεράιδα | ανεράιδες | ||
| Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ανεράιδα < α- προτακτικό + νεράιδα (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Ουσιαστικό
ανεράιδα θηλυκό
- → δείτε τη λέξη νεράιδα
Αναφορές
- Νικόλαος Πολίτης, Παραδόσεις, Εν Αθήναις Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου, 1904
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.