ανακατεμένος ο ερχόμενος

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ανακατεμένος ο ερχόμενος < παράφραση της φράσης του Ευαγγελίου "εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος" (κατά Ματθαίον, κα΄,9)

Έκφραση

ανακατεμένος ο ερχόμενος (και ανακατωμένος ο ερχόμενος)

  1. μεγάλη αταξία, ανακατωσούρα
    εδώ γίνεται ανακατεμένος ο ερχόμενος· δεν μπορείς να βρεις τίποτε

Συνώνυμα

  • χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.