ήντα

Νέα ελληνικά (el)

Μπλουζάκι με στάμπα δημοφιλούς ιδιωματικής κρητικής έκφρασης με χρήση της λέξης ήντα

Αντωνυμία

ήντα

  • (ιδιωματικό) άλλη γραφή του ίντα
    ήντα μρε ξανοίγεις; (γιατί κοιτάς ρε;)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.