άνω ποταμών
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Έκφραση
άνω ποταμών
- για κάτι που είναι παράλογο, εξοργιστικό ή ανυπόφορο
- Ανέφερε στον παπα-Μαρίνο τα όσα άνω ποταμών συνάντησε στο πρωινό του διάβα. (Γ. Μακριδάκης, Αντί Στεφάνου, 2015)
Μεταφράσεις
άνω ποταμών
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.