Τσολάκος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τσολάκος οι Τσολάκοι
      γενική του Τσολάκου των Τσολάκων
    αιτιατική τον Τσολάκο τους Τσολάκους
     κλητική Τσολάκο Τσολάκοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Τσολάκος < από παρωνύμιο Τσολάκ (προέλευσης από την οθωμανική τουρκική ) + -άκος,  δείτε τη λέξη Τσολάκης

Κύριο όνομα

Τσολάκος αρσενικό

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.