Τσαλαβούτα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Τσαλαβούτα < γενική ενικού του αρσενικού Τσαλαβούτας

Προφορά

ΔΦΑ : /t͡sa.laˈvu.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τσαλαβούτα

Κύριο όνομα

Τσαλαβούτα θηλυκό άκλιτο

  1. γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Τσαλαβούτας
  2. συνοικία του Περιστερίου, στην Αθήνα

Μεταγραφές

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Τσαλαβούτα αρσενικό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.