Τράλλις
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- Τράλλις < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | Τράλλῐς | ||
| γενική | τῆς | Τράλλεως | ||
| δοτική | τῇ | Τράλλει | ||
| αιτιατική | τὴν | Τράλλῐν | ||
| κλητική ὦ! | Τράλλῐ | |||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'πόλις' όπως «πόλις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Τράλλις θηλυκό
Κύριο όνομα 2
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Τράλλῐς | οἱ | Τράλλεις |
| γενική | τοῦ | Τράλλεως | τῶν | Τράλλεων |
| δοτική | τῷ | Τράλλει | τοῖς | Τράλλεσῐ(ν) |
| αιτιατική | τὸν | Τράλλῐν | τοὺς | Τράλλεις |
| κλητική ὦ! | Τράλλῐ | Τράλλεις | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Τράλλει | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | Τραλλέοιν | ||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'πόλις' όπως «πόλις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Τράλλις αρσενικό
Πηγές
- Τράλλις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- Τράλλις - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.