Τουρλακόπουλος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τουρλακόπουλος οι Τουρλακόπουλοι
& Τουρλακοπουλαίοι1
      γενική του Τουρλακόπουλου
& Τουρλακοπούλου
των Τουρλακόπουλων2
& Τουρλακοπουλαίων
    αιτιατική τον Τουρλακόπουλο τους Τουρλακόπουλους3
& Τουρλακοπουλαίους
     κλητική Τουρλακόπουλε Τουρλακόπουλοι
& Τουρλακοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Τουρλακοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Τουρλακοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Τουρλακόπουλος < + -όπουλος  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

Τουρλακόπουλος αρσενικό (θηλυκό Τουρλακοπούλου)

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.