Σπόρος

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Σπόρος < σπόρος

Κύριο όνομα

Σπόρος αρσενικό

  1. ανδρικό παρατσούκλι
      Ο Γιάννης Σταματίου, ο ξακουστός Σπόρος, υπήρξε ένας από τους πιο προικισμένους σολίστες του μπουζουκιού όλων των εποχών
    Κώστας Μπαλαχούτης, «Σπόρος (Γιάννης Σταματίου) - Τα χρυσά δάχτυλα», @ogdoo.gr όγδοο (28 Φεβρουαρίου 2011)· πρόσβαση: 2020-03-07.
  2. ανδρικό επώνυμο

Μεταγραφές



Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

Σπόρος < αρχαία ελληνική σπόρος

Κύριο όνομα

Σπόρος αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

Συγγενικά

 και δείτε τις λέξεις σπόρος και σπείρω

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.