Σπετσιέρη

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Σπετσιέρη < γενική ενικού του αρσενικού Σπετσιέρης

Προφορά

ΔΦΑ : /speˈt͡sçe.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σπετσιέρη

Κύριο όνομα

Σπετσιέρη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Σπετσιέρη αρσενικό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.