Παπουτσιάν
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Κύριο όνομα
Παπουτσιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- (σπάνιο) τουρκικής προέλευσης αρμενικό επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο), αντίστοιχο με το ελληνικό επώνυμο Παντόφλας
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Папутсиан
- λατινικοί χαρακτήρες: Papoutsian
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.