Παλαμιώτης
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /pa.laˈmɲo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐λα‐μιώ‐της
Ετυμολογία 1
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Παλαμιώτης | οι | Παλαμιώτες |
| γενική | του | Παλαμιώτη | των | Παλαμιωτών |
| αιτιατική | τον | Παλαμιώτη | τους | Παλαμιώτες |
| κλητική | Παλαμιώτη | Παλαμιώτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Κύριο όνομα
Παλαμιώτης αρσενικό (θηλυκό Παλαμιώτισσα)
Συγγενικά
- Παλαμάς
- παλαμιώτικος
- Παλαμιώτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
Παλαμιώτης
|
|
Ετυμολογία 2
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Παλαμιώτης | οι | Παλαμιώτηδες |
| γενική | του | Παλαμιώτη* | των | Παλαμιώτηδων |
| αιτιατική | τον | Παλαμιώτη | τους | Παλαμιώτηδες |
| κλητική | Παλαμιώτη | Παλαμιώτηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Παλαμιώτου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
- Παλαμιώτης < πατριδωνυμικό Παλαμιώτης
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Паламиотис
- λατινικοί χαρακτήρες: Palamiotis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.