Πέραμος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Πέραμος | οι | Πέραμοι |
| γενική | της | Περάμου | των | Περάμων |
| αιτιατική | την | Πέραμο | τις | Περάμους |
| κλητική | Πέραμε (Πέραμο) |
Πέραμοι | ||
| Συνήθως στον ενικό | ||||
| Κατηγορία όπως «ήπειρος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Πέραμος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈpe.ɾa.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πέ‐ρα‐μος
Κύριο όνομα
Πέραμος θηλυκό
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.