Ντενίσοφ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Ντενίσοφ < μεταγραφή για τη ρωσική ή τη βουλγαρική Денисов (Denísov)
Προφορά
- ΔΦΑ : /deˈni.sof/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ντε‐νί‐σοφ
- Ντενίσοβ (μεταγραμματισμός)
-
Εντισόν Ντενίσοφ (Эдисон Денисов, 1929-1996) στη Βικιπαίδεια
, Ρώσος-Σοβιετικός συνθέτης σύγχρονης μουσικής
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.