Νιβόζ
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /niˈvoz/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Νι‐βόζ
Κύριο όνομα
Νιβόζ αρσενικό άκλιτο
- (Γαλλία, ιστορία) ο τέταρτος μήνας του ημερολογίου που ίσχυσε στη Γαλλία μετά την επανάσταση του 1789
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.