Μπόμπος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Μπόμπος | ||
| γενική | του | Μπόμπου | ||
| αιτιατική | τον | Μπόμπο | ||
| κλητική | Μπόμπο | |||
| Κατηγορία όπως «υπνάκος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈbo.bos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπό‐μπος
- ομόηχο: μπόμπος
- παρώνυμο: Μπόμπας
- τονικό παρώνυμο: Μπουμπούς
Ετυμολογία 1
- Μπόμπος < μπόμπος, αβέβαιης ετυμολογίας, παιδική γλώσσα
Κύριο όνομα
Μπόμπος αρσενικό
Μεταφράσεις
Μπόμπος
|
|
Ετυμολογία 2
- Μπόμπος < ενδεχομένως από το μπόμπος, ως παρωνύμιο • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Μπόμπος | οι | Μπόμποι |
| γενική | του | Μπόμπου | των | Μπόμπων |
| αιτιατική | τον | Μπόμπο | τους | Μπόμπους |
| κλητική | Μπόμπο | Μπόμποι | ||
| Προφέρεται ως παροξύτονο με συνίζηση στην κατάληξη. | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Τσέλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Бомпос
- λατινικοί χαρακτήρες: Bompos
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.