Λεώνη

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Λεώνη
      γενική της Λεώνης
    αιτιατική τη Λεώνη
     κλητική Λεώνη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

  1. Λεώνη < λείπει η ετυμολογία
  2. Λεώνη < Λεόν +

Κύριο όνομα

Λεώνη θηλυκό

Μεταφράσεις

Ετυμολογία

Λεώνη < γενική ενικού του αρσενικού Λεώνης

Κύριο όνομα

Λεώνη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Λεώνη αρσενικό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.