Κυούσου

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Κυούσου < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Κυούσου θηλυκό άκλιτο

  1. νήσος της Ιαπωνίας, η δυτικότερη των τριών κύριων νήσων που απαρτίζουν τη χώρα.
  2. διοικητική περιφέρεια της Ιαπωνίας που περιλαμβάνει την ομώνυμη νήσο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.