Κουντουρά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Κουντουρά < γενική ενικού του αρσενικού Κουντουράς
Προφορά
- ΔΦΑ : /kun.duˈɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐ντου‐ρά
-
Έλενα Κουντουρά στη Βικιπαίδεια
(1960), μοντέλο και πολιτικός
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Кунтура
- λατινικοί χαρακτήρες: Kountoura
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
Κουντουρά αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Κουντουράς
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.