Καταριανοί

Νέα ελληνικά (el)

Κύριο όνομα

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Καταριανοί
      γενική των Καταριανών
    αιτιατική τους Καταριανούς
     κλητική Καταριανοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Καταριανοί αρσενικό πληθυντικός

  • (εθνωνύμιο) του λαού του Κατάρ

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Καταριανοί αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.