Κανταρτζή
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Κανταρτζή < γενική ενικού του αρσενικού Κανταρτζής
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Kantartzi
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
Κανταρτζή αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Κανταρτζής
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.