Ισκανταριάν

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Ισκανταριάν < αρμενική Իսկանդարյան (Iskandaryan) (πατρωνυμικόμορφολογικά αναλύεται σε Ισκαντάρ + -ιάν

Κύριο όνομα

Ισκανταριάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

Συγγενικά

Μεταγραφές

Αναφορές

  1. Οχανές-Σαρκίς Αγαμπατιάν (2016), Τα αρμένικα επώνυμα έχουν τη δική τους ιστορία, πρόλογος: Ιωάννης Κ. Χασιώτης. Αθήνα: Εκδόσεις Στοχαστής. ISBN 978-960-303-237-3, σελ. 128.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.