Ισκανταριάν
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Ισκανταριάν < αρμενική Իսկանդարյան (Iskandaryan) (πατρωνυμικό)· μορφολογικά αναλύεται σε Ισκαντάρ + -ιάν
Κύριο όνομα
Ισκανταριάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο), σημασιολογικά ανάλογο με το επώνυμο Αλεξανιάν[1] και αντίστοιχο ελληνικών επωνύμων όπως Αλεξιάδης, Αλεξανδρίδης, Αλεξανδρόπουλος
Συγγενικά
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Искантариан
- λατινικοί χαρακτήρες: Iskantarian
Αναφορές
- Οχανές-Σαρκίς Αγαμπατιάν (2016), Τα αρμένικα επώνυμα έχουν τη δική τους ιστορία, πρόλογος: Ιωάννης Κ. Χασιώτης. Αθήνα: Εκδόσεις Στοχαστής. ISBN 978-960-303-237-3, σελ. 128.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.