Γρυπάρης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Γρυπάρης οι Γρυπάρηδες
      γενική του Γρυπάρη των Γρυπάρηδων
    αιτιατική τον Γρυπάρη τους Γρυπάρηδες
     κλητική Γρυπάρη Γρυπάρηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Γρυπάρης < επάγγελμα γρυπάρης[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ɣɾiˈpa.ɾis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γρυπάρης

Κύριο όνομα

Γρυπάρης αρσενικό (θηλυκό Γρυπάρη)

Μεταγραφές

Αναφορές

  1. Γρυπάρης σελ.203 - Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.