Γκοτζαμάνης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Γκοτζαμάνης | οι | Γκοτζαμάνηδες |
| γενική | του | Γκοτζαμάνη | των | Γκοτζαμάνηδων |
| αιτιατική | τον | Γκοτζαμάνη | τους | Γκοτζαμάνηδες |
| κλητική | Γκοτζαμάνη | Γκοτζαμάνηδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Γκοτζαμάνης < παρωνύμιο στην οθωμανική τουρκική قوجهمان (kòjamān), άλλη μορφή του Κοτζαμάνης
-
Σωτήριος Γκοτζαμάνης στη Βικιπαίδεια
(1884-1958), Έλληνας γιατρός και πολιτικός, δωσίλογος την περίοδο της Κατοχής της Ελλάδας από της δυνάμεις του Άξονα - Γκουτζαμάνης
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Gkotzamanis, Gotzamanis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.