Βαντεμιέρ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Βαντεμιέρ < γαλλικά vendémiaire
Προφορά
- ΔΦΑ : /van.deˈmi̯eɾ/ → και δείτε τη λέξη vendémiaire
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βα‐ντε‐μιέρ
Κύριο όνομα
Βαντεμιέρ αρσενικό άκλιτο
- (Γαλλία, ιστορία) ο πρώτος μήνας του ημερολογίου που ίσχυσε στη Γαλλία μετά την επανάσταση του 1789
Μεταφράσεις
Βαντεμιέρ
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.